Σαλαμούρα

Η άλμη. Διάλυμα αλατιού σε νερού που χρησιμοποιείται ως μέσον διατήρησης. Η λέξη σαλαμούρα στην κρητική διάλεκτο σημαίνει και το πολύ αλμυρό έδεσμα π.χ. “σαλαμούρα το έκανες το φαΐ, δεν τρώγεται!”

Σταφιδολιές ή αλατσολιές

Οι ελιές που ξεπικρίζουν και διατηρούνται με αλάτι, όχι με άλμη. Είναι ζαρωμένες (γι αυτό και λέγονται και σταφιδολιές) και αρωματίζονται με σκίνο, με θυμάρι, με θρούμπι και άλλα αρωματικά.

Σάκασμα

Τάισμα χοχλιών με αλεύρι ή ζυμαρικά για να “καθαρίσουν” από τα χόρτα που έτρωγαν στην εξοχή.

Μετάβαση στο περιεχόμενο